Πολλά χρόνια βουτηγμένα μες τη λάσπη φίλε και για πρώτη μου φορά σε βλέπω απέναντι ήλιε να μου γελάς το φως σου πάνω μου να κυλάς μα να μην είσαι όπως μου λέγαν, να γερνάς. Και εγώ στο φως να νιώθω ακόμα ρε πιο μοναχός να φτύνω ψέμα για να χτίσω ο τρελός εκείνο το αύριο που σέρνει λάθη από το τώρα και να γλιτώσω και καλά δεν βλέπω εγώ την ώρα. Και δεν μπορεί να μου είναι όλα σκοτεινά μα συνεχίζω να μη βλέπω εγώ ξανά. Που είναι η χαρά Που είναι η γιορτή γιατί μου λέγατε γι' αυτά Γιατί Και εγώ σας πίστεψα ανθρωπάκια από το φως και τίναξα την λάσπη από πάνω μου ο φτωχός και τώρα τι, τι μου δίνει ο ήλιος πες μου βλέπεις καλό κοίτα το χτες μου. Όλα είναι ίδια και στη λάσπη και στο φως φτιαγμένος καλά από το μάστορα ο πηλός να πλάθεται απλά να αγκαλιάζει τη φωτιά όμως να φτάνει για να λιώσει μια ματιά. Και εδώ έχει φως τόσο πολύ που με τυφλώνει η καθαρότητα του νου σας με παγώνει γι' αυτό και σκύβω να πιάσω λίγο χώμα δεν μου ταιριάζει είναι ανοιχτό πολύ το χρώμα. σε όσα λέτε, για αυτά που κλαίτε για τη βρωμιά σας στο λευκό ακόμα φταίτε είναι γνωστός ο τρόπος που αγκαλιάζετε το φως αυτόκλητος κριτής ο καθένας σας Θεός. Και έτσι η ματιά σας όπου πέφτει χαμηλά στέλνει φωτιά αντί για αγάπης αγκαλιά και μην ξεχνάς ό,τι τώρα είναι ψηλά μπορεί και να χαθεί, να γκρεμιστεί, να γίνει γη. Και ίσως και λάσπη από εκείνη που μισείς χωρίς το φως που κατασκεύασες να ζεις και τώρα τι, τι σου δίνει ο ήλιος πες μου είναι καλά που ζεις στο χθες μου.