[Κουπλέ 1]
Είμαι άλλος ένας, κανείς δε με ξέρει
πως το θέλεις το κασέρι; σκλαβιά ή νταλαβέρι; (έτσι μου λένε)
ποιος ξέρει; ίσως να ήμουνα αστέρι
αν είχα, το πόδι του Messi, το χέρι του Curry (δεν έχω τίποτα)
βλέπω το κόσμο να γυρίζει σαν βινύλιο
πουλάω το βασίλειο για ένα εισιτήριο
ξα. πετάω για Μπογκοτά μα μη το πεις στη μάνα
κρύβοντας το πράμα στα μαλλιά του Valderama
ακόμα Ελλάδα γράφω και ζευγαρώνω
οι καμπάνες της ανάληψης βαράνε όταν τελειώνω
αγωνιώ ίσον υπάρχω, άστο πασά μου, άστο
κι αν πιάσεις τη καλή κράτησε τη μέχρι να΄ρθω
μια σειρά μου μου΄χε πει πως βάζω ιδέες στα ξεφτέρια
να κάνουν νταλαβέρια σε πλατείες με περιστέρια
σειρά δε φταίω εγώ παραμονεύει η μιζέρια
ατάιστα παιδιά, γονείς με σταυρωμένα χέρια
είμαι ο [?] στη γωνία, πακετάς στην Εγνατία
σερβιτόρα που απολύθηκε όταν έπιασαν τα κρύα
κι όλο ψάχνω πως θα αρπάξω, τον κεραυνό απ΄τον Δία
την επίγεια ομάδα του να κάψω στην πλατεία
[Ρεφρέν x2]
Παιδιά του παγετού, παιδιά του καύσωνα είμαστε όλοι
δίχως μέλλον τριγυρνάμε μες την άκαρδη πόλη
σκυφτοί απ΄την υγρασία, κωλότσεπες γεμάτες με κουπόνια και δελτία
βάλτο μία κι άλλη μία
[Κουπλέ 2]
Καταδίκη, δε πέφτουν λουλούδια πια στις πίστες
ξέρω που γυρνάν τα πλουσιοκόριτσα τις νύχτες
τράβα να το πεις σε δικαστές και ασφαλίτες
κύριοι, οι κόρες σας γυρνάνε με αλήτες
από το playboy στο hustling all day
απ΄τις καυτές και τις ανάποδες στο mdma
εμείς γνωρίσαμε άγρια τη παγίδα του ονείρου
κεριά που σιγοκαίνε στα εκκλησάκια του Φαλήρου
για όλα τα καϊνάρια και γι΄αυτούς που τα δουλεύουνε
τη πείνα και τη δίψα των ανθρώπων που δεν έχουνε
πρόσεξε μη σκίσεις με το κέρατο τη φόρμα
άνεργοι με δέκα χήνες κάτω από το στρώμα
μη μου λες πως μ΄αγαπάς ένα ωραίο πρωινό
με πουλιά να κελαηδάν στον φωτεινό ουρανό
να μου λες πως είμαι ωραίος όταν κοιτάω το κενό
αγάπησε με στα σκοτάδια μου, εκεί να σε δω
όταν δε θα΄χω να πληρώσω ρεύμα, νοίκι, νερό
όταν δε θα΄χω έναν άνθρωπο να το μοιραστώ
το μόνο που θα πάρουν είναι αυτό που περισσεύει
όλο και πιο κακός κάθε 25 του Σεπτέμβρη
[Ρεφρέν x2]
Παιδιά του παγετού, παιδιά του καύσωνα είμαστε όλοι
δίχως μέλλον τριγυρνάμε μες την άκαρδη πόλη
σκυφτοί απ΄την υγρασία, κωλότσεπες γεμάτες με κουπόνια και δελτία
βάλτο μία κι άλλη μία